27 Ιανουαρίου 2021

Νοέμβριος 2017 - συνέδριο στην Δράμα - #05

πρώτη δημοσίευση 27.1.2021

➤ στις 5 Νοεμβρίου του 2017 έγινε το πρώτο επιστημονικό συνέδριο για τον Πόντο με διοργανωτή την Ένωση Χορευτών Δράμας "Πυρρίχιος"
το αντικείμενο του συνεδρίου αφορούσε το Ποντιακό αντάρτικο
πέμπτο μέρος - πρώτο εδώ / δεύτερο εδώ / τρίτο εδώ / τέταρτο εδώ
➤ είναι η εισήγηση του Θεόδωρου Παυλίδη που πολύ πρόσφατα έφυγε από τη ζωή. Έχουμε δύο αναρτήσεις από το βιβλίο του "ο Ελληνισμός του δυτικού Πόντου". Η παρακάτω φωτογραφία είναι από αυτό το βιβλίο. Τον καπετάνιο τον αναφέρει και στην εισήγησή του που ακολουθεί
[ο αναγνώστης πρέπει να προσπεράσει τα διάφορα υπερβολικά όπως "αρχιστράτηγος" και να κρατήσει φράσεις όπως αυτή "...ο κάθε οπλαρχηγός έκανε του κεφαλιού του..." - για περισσότερα ανατρέξτε στις αναρτήσεις μας]
 

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ

Η δράση των Ποντίων ανταρτών στην Ελλάδα μετά την Ανταλλαγή

Η αρχική πρόταση των οργανωτών του Συνεδρίου ήταν να μιλήσω για την δράση των Ποντίων ανταρτών στην Ελλάδα μετά την Ανταλλαγή. Η αληθινή έννοια αυτής της πρότασης ήταν να μιλήσω για την πορεία των ανταρτών στην Ελλάδα μετά την Ανταλλαγή. Διότι για ποια δράση των ανταρτών στην Ελλάδα να μιλήσεις, όταν μετά την έλευσή τους στην Ελλάδα εξέλειπε το στοιχείο της «ανταρτοσύνης». Τώρα πια ούτε αντάρτες ήταν ούτε είχαν κάποιο αντάρτικο σχέδιο να υλοποιήσουν. Εξ άλλου στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήτανε άνθρωποι αγράμματοι, ήταν τελείως αποδεκατισμένοι από τα βάσανα, τους εκτοπισμούς, τις διώξεις, τις εξορίες, ήρθαν στην Ελλάδα με μισές οικογένειες και όχι μόνο δεν είχαν την ικανότητα εκμετάλλευσης και υφισταμένων δεινοτήτων τους, αλλά δεν μπορούσαν οικονομικά και επαγγελματικά να λειτουργήσουν ούτε ένα μικρομάγαζο.

Η συντριπτική πλειοψηφία των Ποντίων ανταρτών εγκαταστάθηκε σε χωριά, δηλαδή σε μέρη ανάλογα των κλιματολογικών, παραγωγικών, εδαφικών συνθηκών της παλαιάς τους πατρίδος. Όχι γιατί τους βοήθησε σε αυτό το κράτος με ειδικές υπηρεσίες και επιστήμονες, αλλά γιατί συμπατριώτες ή συγγενείς τους που είχαν έρθει ενωρίτερα τους βοήθησαν να επιλέξουν νέα πατρίδα.

Η ευρεία διασπορά τους, κυρίως σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα, διέκοψε την όποια επικοινωνία και επαφή είχαν στην πατρίδα. Περιθώριο για κοινή δράση αυτών των ανθρώπων σε κάποιον οικονομικό, παραγωγικό ή πνευματικό τομέα, δεν υπήρχε κανένα. Στο μόνο κοινό σημείο που συνέπεσαν ήταν ο πολιτικός τους προσδιορισμός. Οι ανταλλάξιμοι πρόσφυγες, με πρώτους τους αντάρτες καπεταναίους τους, όταν ήρθαν στην Ελλάδα, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, στήριξαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Παρά την απώλεια της πατρίδος που σημάδεψε βαθειά τον ψυχικό τους κόσμο, αυτοί στήριξαν το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου. Αρνήθηκαν να στηρίξουν τους Λαϊκούς (βασιλικούς) τόσο γιατί από μέσα τους πίστευαν ότι ο Βενιζέλος τους γλύτωσε από τη μάχαιρα του Τούρκου, όσο και γιατί η συμπεριφορά των Λαϊκών απέναντί τους δεν ήταν και φιλική. Και παρότι, εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, ο Βενιζέλος ήταν εκείνος που ,υπέγραψε στη Λωζάννη στις 30.01.1923 τη γνωστή Σύμβαση Ανταλλαγής των ελληνο-τουρκικών πληθυσμών, προσωπικά διατήρησε την αγάπη και εκτίμηση του προσφυγικού κόσμου.

Μόνο όταν η κυβέρνηση του Βενιζέλου στις 10.06.1930 υπέγραψε στην Άγκυρα το γνωστό Οικονομικό Σύμφωνο, μετετράπη το πολιτικό φρόνημα του προσφυγικού κόσμου σε βάρος του κόμματος του Βενιζέλου. Και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού με το σύμφωνο αυτό, Ελλάδα και Τουρκία μηδένισαν τις εκατέρωθεν αξιώσεις τους που πηγάζανε από την ίδια τη Σύμβαση Ανταλλαγής. Και αυτός που έχασε δεν ήταν ο Βενιζέλος, αλλά ο προσφυγικός κόσμος. Το Οικονομικό αυτό Σύμφωνο έβαλε την ταφόπλακα στις ελπίδες των προσφύγων να εισπράξουν τις αποζημιώσεις τους από την κινητή και ακίνητη περιουσία που εγκατέλειψαν στην Τουρκία κατά τον χρόνο της φυγής τους. Το χειρότερο δε είναι ότι το Σύμφωνο αυτό έκοψε οριστικά το νήμα σύνδεσης των προσφύγων με τις αλησμόνητες πατρίδες τους. Έτσι, αν η Σύμβαση Ανταλλαγής των ελληνο-τουρκικών πληθυσμών της Λωζάννης υπήρξε για τους πρόσφυγες η αιτία της αναγκαστικής απώλειας της πατρίδος τους, το Οικονομικό Σύμφωνο της Άγκυρας υπήρξε ο καταλύτης που έσβησε τα όνειρά τους, τόσο για οικονομική αποζημίωση όσο και επιστροφή στην πατρίδα.

Αυτές τις καταστάσεις δεν τις βίωσαν μόνο οι απλοί πρόσφυγες. Πρωτίστως τις βίωσαν οι αντάρτες καπετάνιοι, ως ηγήτορες ενός αδύναμου και ανήμπορου λαού, η σωτηρία του οποίου στην πατρίδα βρισκόταν στα χέρια τους. Δυστυχώς τώρα, ενώ παιζόταν η τύχη και το μέλλον της ζωής τους, από τα χέρια τους δεν περνούσε τίποτε. Αυτοί είχανε μάθει να πολεμούν τους Τούρκους στα ορεινά συγκροτήματα του Νεμπυάν, του Γιουν και του Ταβσάν Νταγ και τώρα, σε περίοδο ειρήνης, τις ευθύνες ασφαλείας της ζωής των ιδίων και των οικογενειών τους, τις είχε το ελληνικό κράτος. Για πρώτη φορά μετά την Ανταλλαγή ξύπνησε μέσα τους το πολεμικό δαιμόνιο, στον ελληνο-ιταλικό πόλεμο του 1940. Ο πόλεμος όμως αυτός δεν ήταν στα μέτρα τους, δεν ήταν βατός με την τέχνη του αντάρτικου που κατείχαν, διότι εδώ οι πολεμιστές, δηλαδή οι στρατιώτες, πολεμούσαν συντεταγμένα, κάτω από στρατιωτική διοίκηση και πειθαρχία.

Οι Πόντιοι αντάρτες, ειδικότερα του Δυτικού Πόντου όπου το κίνημα ήταν μαζικό, ήταν μαθημένοι σε ασύμμετρες επιχειρήσεις, όπως τις ονομάζει η σύγχρονη στρατιωτική ορολογία. Δεν είχαν εθνικό κέντρο επιχειρήσεων και ο κάθε οπλαρχηγός έκανε του κεφαλιού του. Άλλωστε για ποιο «εθνικό» μιλάμε, αφού ο αγώνας τους δεν είχε εθνικά δημοκρατικά, ιδεολογικά χαρακτηριστικά και το μόνο κίνητρο ήταν η σωτηρία της ζωής και αξιοπρέπειας των ιδίων και των οικογενειών τους.

Ο αγώνας των Ελλήνων ανταρτών του Πόντου στην ουσία του ήταν αγώνας αντιστασιακός. Αντίσταση στην βαρβαρότητα των Τούρκων που ήξεραν μόνο να βιάζουν, να δολοφονούν, να εξορίζουν, να εκτοπίζουν, να κρεμάνε αθώους ανθρώπους και να καίνε χωριά. Και αφού η Διοίκηση, ο Στρατός και η Δικαιοσύνη βρισκόταν στα χέρια του οσμανικού και αργότερα του κεμαλικού κράτους, ήταν προδιαγεγραμμένο το μέλλον των μεν και των δε. Σφαγές οι Τούρκοι, αντίσταση και αντίποινα οι Πόντιοι. Με άλλα λόγια, η ανδρεία και πολεμική δεξιοσύνη των Ποντίων ανταρτών μπορούσε να αναδειχθεί μόνο μέσα από συνθήκες έλλειψης δημόσιας ασφάλειας και τάξης.

Μια τέτοια κατάσταση δημιουργήθηκε στην Ελλάδα αμέσως μετά την κατοχή της χώρας από τους Γερμανούς, Βουλγάρους και Ιταλούς. Με την κατάρρευση του Μετώπου, ως γνωστόν, βασιλιάς και κυβέρνηση κατέφυγαν αρχικά στην Κρήτη και μετά στο Κάιρο. Η Ελλάδα παραδόθηκε στα χέρια των δυνάμεων κατοχής. Οι Πόντιοι καπετάνιοι βρέθηκαν και πάλι σε συνθήκες αναρχίας, αφού δεν αναγνώριζαν ξένη εθνική κυριαρχία, παρά μόνο την νόμιμη εξουσία της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης. Έτσι, δεν άργησαν να ενταχθούν σε εθνικές αντιστασιακές απελευθερωτικές οργανώσεις, όπως: ΥΒΕ, ΠΑΟ, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ, ΕΑΟ κλπ. Ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα οι Πόντιοι αντάρτες αγωνίσθηκαν εναντίον των Γερμανών, ενώ οι πρόσφυγες των περιοχών Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης αγωνίσθηκαν εναντίον των Βουλγάρων

Η συντριπτική πλειοψηφία των Ποντίων ανταρτών, κυρίως του Δυτικού Πόντου, αρνήθηκε να συνεργασθεί με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και γι’ αυτό έγινε στόχος απηνούς διώξεως εκ μέρους των κομμουνιστών. Υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία που αναλύει τους λόγους αυτής της άρνησης και δεν είναι της παρούσας η ανάλυση των αιτιών (ενίσχυση Κεμάλ από Σοβιετικούς, το ΚΚΕ αξίωνε ένταξη των Ποντίων ανταρτών στον ΕΛΑΣ και όχι ισότιμη συνεργασία, άρνηση υπαγωγής των Ποντίων ανταρτών σε πειθαρχία και κανόνες στρατιωτικής διοίκησης, διατήρηση αυτονομίας Ποντίων καπεταναίων κλπ.). Σήμερα η απόσταση του χρόνου έχει αμβλύνει τις οξύτητες και τα πάθη και η ιστορία έχει αναλάβει να καταδείξει τους υπαίτιους της τραγωδίας που έζησε η πατρίδα μας την τραγική επταετία 1942-1949.

Ας δούμε όμως ατομικά την πορεία του κάθε Πόντιου αντάρτη καπετάνιου στην Ελλάδα μετά την υποχρεωτική ανταλλαγή. Να σημειώσουμε όμως ότι σοβαρός αριθμός Ποντίων ανταρτών δεν ήρθε στην Ελλάδα, διότι σκοτώθηκε στα ποντιακά βουνά από τους Τούρκους Τσέτες και τον τουρκικό τακτικό. Η τραγωδία είναι ότι ο μεν αρχικαπετάνιος Αντώνιος Χατζηελευθερίου (Αντών Πασά) δολοφονήθηκε το 1917 από ελληνικά χέρια, ο δε έτερος μεγάλος καπετάνιος της Έρπαα Αναστάσιος Παπαδόπουλος (Αναστάς Αγά) σκοτώθηκε δόλια με προδοσία φιλοξενούμενος σε σπίτι Τούρκου φίλου του, ατυχώς μετά την υπογραφή της Σύμβασης Ανταλλαγής και ενώ ετοιμαζόταν σιγά-σιγά να έλθει στην Ελλάδα. Η άλλη μεγάλη φυσιογνωμία της ποντιακής Ρωμιοσύνης, ο Βασίλειος Ανθόπουλος (Βασίλ Ουστά), ερχόμενος με την Ανταλλαγή στην Ελλάδα, αναγνωρίσθηκε στην Κωνσταντινούπολη (ύστερα από προδοσία;) από τις τουρκικές αρχές, συνελήφθη και χάθηκαν έκτοτε τα ίχνη του.

Οι γνωστότεροι Πόντιοι αντάρτες που ξέρουμε ότι ήρθαν στην Ελλάδα είναι οι παρακάτω:

Κοσμίδης Στυλιανός (Ιστίλ Αγά). Γεννήθηκε στο Κατήκιοϊ Σαμσούντος. Συμμετείχε στη σύσκεψη της Τραπεζούντος (20.04.1916) υπό τον Ρώσο στρατηγό Λιάχωφ και τον Χρύσανθο. Έμπιστος του επισκόπου Μπάφρας Ευθύμιου Αγριτέλη, συνεργάσθηκε με τον Χρυσόστομο Καραΐσκο, έλαβε μέρος σε πολλές μάχες του όρους Νεμπυάν. Εγκαταστάθηκε Δράμα. Ο τάφος του είναι στο Α΄ Νεκροταφείο Δράμας.

Τσαουσίδης Βασίλειος (Πίτς Βασίλ). Γεννήθηκε στο Κιουπτσί Νταγ της Χάβζας, έδρασε στις οροσειρές Ταβσάν/Νεμπυάν και Γιούν Νταγ. Συναντήθηκε με τον Κεμάλ στην Χάβζα, έλαβε μέρος στη σύσκεψη της Τραπεζούντος και αναφέρονται δικαστικές του διώξεις και καταδίκες στο Πόντος Μεσελεσί για «εγκλήματα» του ιδίου και της ομάδος του σε βάρος μουσουλμάνων Τούρκων. Εγκαταστάθηκε στο Σιδηρόκαστρο και αποφεύγοντας τους Βουλγάρους στην κατοχή, όντας άρρωστος πέρασε ένθεν του Στρυμόνα στον Λιθότοπο, όπου και απεβίωσε.

Δεδέογλου Ιπποκράτης (Ιππόκ Αγά). Γεννήθηκε στη συνοικία Ισχακλή της Μπάφρας. Γενναίος καπετάνιος του όρους Νεμπυάν. Με καταδρομική ενέργεια και σε συνεργασία με τον Τσερκέζο φίλο του Χαμπίλ Μπέη, μια νύχτα του Ιούνη 1921, έσωσε από τη μάχαιρα του Τούρκου 122 άτομα. Εγκαταστάθηκε στο Δύσβατο και μετά στο διπλανό Μακρυχώρι Ν. Καβάλας. Δολοφονήθηκε από τους Βουλγάρους στην κατοχή το 1941. Ο τάφος του είναι στο Μακρυχώρι. - ψάχνουμε τα απομνημονεύματά του που όπως λένε τα έχουν οι απόγονοί του στο χωριό

Ιωαννίδης Ευάγγελος (Ελβάν Μπέη). Από το Γκιουμούς Μαντέν. Στην ανακωχή πήγε στην Κωνσταντινούπολη, συνεργάσθηκε με το Πατριαρχείο, δούλεψε σε επιχείρηση υφασμάτων και επειδή ήξερε αγγλικά εστάλη στην Αγγλία. Έμαθε τέχνη και ήρθε Αθήνα όπου ίδρυσε την μεγάλη υφαντουργική βιομηχανία Έσπερος. Αναφέρεται το όνομά του στο Πόντος Μεσελεσί για σφαγές-καταστροφές μουσουλμανικών ιδιοκτησιών. Πέθανε στην Αθήνα.

Παπαδόπουλος Σωκράτης (Ντελή Σωκράτ). Γεννήθηκε στο Καλαητζιλάρ του Λαντίκ. Κατά το Πόντος Μεσελεσί υπήρξε το κόκκινο πανί για τους Τούρκους στην ευρύτερη περιοχή Ταβσάν Νταγ, Λαντίκ, Νεμπυάν. Εγκαταστάθηκε στα Κοκκινόγεια Δράμας και μετά στην Τέρπυλλο Ν. Κιλκίς, όπου το 1943 τραυματίσθηκε σοβαρά από κομμουνιστές αντάρτες. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Κιλκίς και από εκεί σε Νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης και έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του.

Αναστασιάδης Παντελής (Παντέλ Αγά). Γαμβρός και διάδοχος του μεγάλου καπετάνιου Δημήτρη Χαραλαμπίδη (Τσιμενλή Τιμίτ). Έδρασε στην επαρχία Τεκκιάδος, αλλά συνέδραμε τους άλλους αντάρτες του Νεμπυάν. Εγκαταστάθηκε στο Ποντολείβαδο Καβάλας όπου και ο τάφος του.

Αβραμίδης Λάζαρος (Ντελή Λαζίκ). Γεννήθηκε στο Σαραητσίκ του Βεζύρκιοπρού. Έδρασε στο Γιουν και Ταφσάν Νταγ από ηλικίας 17 ετών .Το όνομά του αναγράφεται πολλές φορές στο Πόντος Μεσελεσί. Συνεργάσθηκε στενά με τον μεγάλο καπετάνιο Κισά Μπατζάκ. Εγκαταστάθηκε στο χωριό Σπουργίτης Ν. Κιλκίς όπου και ο τάφος του.

Τσαβλίδης Αναστάσιος (Νικολούν Αναστάς). Από Αγτσαλάν της Μπάφρας. Σπουδαίος καπετάνιος του Νεμπυάν και Γιουν Νταγ. Εγκαταστάθηκε στην Αδριανή Δράμας και μετά στο Αχλαδοχώρι Ν. Σερρών, όπου και ο τάφος του. Η Κοινότητα για να τιμήσει τους πατριωτικούς του αγώνες στον Πόντο προ του νεκροταφείου έστησε την προτομή του.

Παναγιωτίδης Νικόλαος (Ουζούν Βασιλίν Νικιόλα). Γεννήθηκε στο Σιχλίχ Μπάφρας και προστάτεψε γυναικόπαιδα σε μάχες στο όρος Νεμπυάν. Εγκαταστάθηκε στο Καπνόφυτο Ν. Σερρών και ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο Προφήτη Ηλία στο Σιδηρόκαστρο.

Απανοζίδης Γεώργιος (Απανόζ Γιώργη). Κατά τον Γεώργιο Αντωνιάδη φέρεται γεννημένος στο Τασλί, κατά τα τουρκικά όμως αρχεία (που είναι πιο αξιόπιστα), γεννήθηκε στο Ταφλάν, κοντά στη Σαμσούντα προς Μπάφρα. Πολύ μεγάλος καπετάνιος παράλιας περιοχής και ενδοχώρας προς Νεμπυάν. Υπήρξε συνεργάτης της Μητρόπολης και το όνομά του αναφέρεται πολλές φορές στο Πόντος Μεσελεσί. Εγκαταστάθηκε στη Δράμα και ο τάφος του είναι στο Α΄ Νεκροταφείο Δράμας.

Τσακιρίδης Θεόδωρος (Μπαρμπαθόδωρος). Γεννήθηκε στο Γκιούμενος (Γιακάκεντ) κοντά στο Αλάτσαμ. Έχει διακεκριμένες αντάρτικες επιτυχίες με κορυφαία τη διάσωση 700 ανταρτών και γυναικοπαίδων στο κάστρο του Ασάρ. Μαζί με τον έτερο αρχιαντάρτη Καβάκλοον Γιουβάνη από το Καπού Καγιά διαφέντευε την περιοχή Γιουν και Νεμπυάν Νταγ της Μπάφρας. Σημαντική υπήρξε και η προσφορά του εδώ στην πατρίδα, αντιστεκόμενος με ένοπλη ανταρτική ομάδα, στις θηριωδίες των Βουλγάρων στην κατοχή. Εγκαταστάθηκε στη Νέα Μπάφρα Ν. Σερρών και οι συγχωριανοί του αναγνωρίζοντας την εθνική προσφορά του έστησαν την προτομή του στην πλατεία του χωριού.

Κουρτίδης Ευκλείδης. Γεννήθηκε στην ενορία Ισχνάντων της επτάκωμης Σάντας. Αρχηγός ανταρτών περιφερείας Σάντας. Αν και προσωπικά κίνητρα εναντίον των μεγαλοκεχαγιάδων και τσετών (Σουλεημάν Κάλφα, Σαήτ Αγά και Σαπάν Μούσα) υπήρξαν η αφορμή των ένοπλων συμπλοκών του με τους Τούρκους, στη συνέχεια ο αγώνας του εξελίχθηκε σε αντάρτικο και συνέβαλε καθοριστικά στη διάσωση της ζωής των Ρωμιών του Ανατολικού Πόντου. Ο Κεμάλ στο ΝΟΥΤΟΥΚ συνομολογεί ότι για την εκκαθάριση της περιοχής από τους αντάρτες του Ευκλείδη, χρησιμοποίησε τακτικό τουρκικό στρατό. Εγκαταστάθηκε στη Νέα Σάντα Ν. Κιλκίς και πέθανε πολύ άδοξα το 1937. Οι Σανταίοι συγχωριανοί του αναγνωρίζοντας την εθνική προσφορά του έστησαν στο χωριό την προτομή του και τον τιμούν κάθε χρόνο

Παπαδόπουλος Κυριάκος (Κισά Μπατζάκ). Γεννήθηκε, σύμφωνα με τα τουρκικά αρχεία, στο χωριό Αρμουτλού του Βεζύρκιοπρού (και όχι Τσορτουκλού που από λάθος αναφέρει ο Γεώργιος Αντωνιάδης). Από τους μεγαλύτερους Πόντιους καπετάνιους μετά τον Αντών Πασά. Έδρασε επιθετικά και αμυντικά στα βουνά του Νεμπυάν, Ταφσάν Νταγ και κυρίως Γιουν Νταγ. Συμμετείχε στη σύσκεψη της Τραπεζούντος και οργάνωσε την πλήρη καταστροφή του τουρκικού χωριού Τσαγσούρ. Εγκαταστάθηκε στον Κούκο Ν. Πιερίας και στην κατοχή έχασε από τους ΕΛΑΣίτες τη σύζυγο και τον γιο του, κυνηγημένος άγρια από τους κομμουνιστές, επειδή δεν δέχθηκε να συνεργασθεί μαζί τους χάνοντας την αντάρτικη αυτονομία του. Σκοτώθηκε στη μάχη του Κιλκίς (04.11.1944), αλλά το πτώμα του δεν βρέθηκε ποτέ.

Παπαδόπουλος Μιχαήλ (Μιχάλ Αγά). Γεννήθηκε στο Τσερτιγίν της Έρπαα. Ως οπλαρχηγός έλαβε μέρος στις μάχες του Τόπτσαμ και του Κιρκχαρμάν. Με την ανταλλαγή ήρθε στον Βατόλακκο Ν. Γρεβενών και στη συνεχεία κατοίκησε στα Λεύκαρα, στα Σέρβια, στην Κοζάνη και τέλος στη Θεσσαλονίκη. Ασχολήθηκε με την εμπορία ζωντανών ζώων. Κατά πληροφορίες ετάφη στο Νεκροταφείο Ευαγγελιστρίας Θεσσαλονίκης, αλλά δεν βρέθηκε ο τάφος του.

Καπουτσίδης Αβραάμ (Κοτσακάφανιν Αβράχ). Αρχηγός μεγάλης ανταρτικής ομάδας, έδρασε στις οροσειρές Ταβσάν και Γιουν Νταγ. Μετείχε στη σύσκεψη της Τραπεζούντος. Εγκαταστάθηκε στο Λειβαδοχώρι Ν. Σερρών, όπου και ο τάφος του. Είναι ο παππούς του γνωστού από την τηλεόραση Γιώργου Καπουτσίδη.

Χαραλαμπίδης Δημήτριος (Τιμίτ Αγά). Πρόκειται για διαφορετικό πρόσωπο από τον συνώνυμό του Τσιμενλή Τιμίτ. Γεννήθηκε στο Άηντογλού της Κάβζας. Συνεργάσθηκε με τον Κισά Μπατζάκ στα βουνά της Μπάφρας. Εγκαταστάθηκε στο χωριό Φανάρι Ν. Κιλκίς, όπου και ο τάφος του.

Εξουζόγλου Πελαγία. Σύζυγος του μεγάλου αρχιαντάρτη Αντών Πασά. Υπήρξε και η ίδια αντάρτισσα ακολουθώντας τον σύζυγό της σε όλες τις μάχες. Θρυλική μένει η απελευθέρωσή της από τις φυλακές Αμάσειας από τον σύζυγό της Αντώνη. Στην Τουρκία παντρεύτηκε τον δεύτερο σύζυγό της Ιωάννη Κεσκινίδη, άνθρωπο μορφωμένο και συνοδό εν ζωή του Αντώνη, με τον οποίο εγκαταστάθηκε στην Πασχαλιά Ν. Ξάνθης. Στη συνέχεια, σε τρίτο γάμο, παντρεύτηκε τον Νικόλαο Ορφανίδη και κατοίκησε στο Ξάγναντο Παρανεστίου Ν. Δράμας, όπου και ο τάφος της.

Ουζουνίδου Παρασκευή. Γι’ αυτή ο Γεώργιος Αντωνιάδης γράφει: Σωστή αντάρτισσα, ντυμένη με την ξακουστή ποντιακή αντάρτικη στολή, με ζίπκα και μπασλίκι, με φισεκλίκια και πιστόλια, καβάλα πάντα πάνω σ’ ένα άλογο, ακολουθούσε τον άντρα της Ντελή Τιμός (Δημοσθένη Ουζουνίδη), όπου και αυτός πήγαινε, στις μάχες, στις επιδρομές και στην φροντίδα για τους άμαχους που ακολουθούσαν. Καταγόταν από το Καπού Καγιά της Μπάφρας και στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε στον Βαθύτοπο Ν. Δράμας, όπου και ο τάφος της.

 

Οι άλλοι αντάρτες του Πόντου

Οι παρακάτω οπλαρχηγοί αντάρτες δεν είχαν λιγότερη προσφορά στον ποντιακό αγώνα (με εξαίρεση 3-4 διακεκριμένους) από τους καπετάνιους που αναγράφονται παραπάνω. Ήσαν το ίδιο γενναίοι και αγωνίστηκαν το ίδιο με τους άλλους αντάρτες για την προστασία της ζωής, τιμής, υπόληψης και αξιοπρέπειας των Ρωμιών του Πόντου. Απλώς δεν βρέθηκαν πένες να φέρουν το έργο τους στην επιφάνεια και να τους κάνουν ευρύτερα γνωστούς. Υπό αυτή την έννοια, δεν υπάρχουν μικροί και μεγάλοι Πόντιοι αντάρτες. Υπάρχουν γνωστοί και λιγότερο γνωστοί αντάρτες. Αν μελετήσει κανείς τα τουρκικά αρχεία, βλέπει εκεί εκατοντάδες ονόματα Ποντίων ανταρτών που με τη δράση και τα κατορθώματά τους, έγιναν ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων πολιτών και Τσετών. Και όμως στην Ελλάδα είναι τελείως άγνωστοι. Χρέος μας λοιπόν είναι να ερευνήσουμε και να αναδείξουμε την ιστορία και εκείνων των αγωνιστών. Γνωρίζουμε πάρα πολλά ονόματα από αυτούς τους αντάρτες, αλλά δεν γνωρίζουμε αν ήρθαν στην Ελλάδα, πού εγκαταστάθηκαν και ποιοι είναι οι συγγενείς τους.

Μεταξύ λοιπόν των Ποντίων ανταρτών που κατάφεραν και ήρθαν με την Ανταλλαγή στην Ελλάδα, εκτός από τους παραπάνω πολύ γνωστούς αντάρτες (επονομαζόμενους και μεγάλους), είναι και οι παρακάτω:

–Χατζηθεοδωρίδης Παναγιώτης (Ασλάν), Νέα Μπάφρα Ν. Σερρών.

–Τσαουσίδης Λευτέρης, γιος του Πίτς Βασίλ, Σιδηρόκαστρο Ν. Σερρών.

– Σταυρίδης Συμεών (Χαμπιλιίν Συμεών), Αδριανή Ν. Δράμας.

– Σακαλίδης Κωνσταντίνος (Κωσταντίν Τσαβούς), Νέα Μπάφρα Ν. Σερρών.

– Σαρουτσίδης Γεώργιος (Αντίκ Γιώργη), αρχικά Τερψιθέα Ν. Δράμας και μετά Παρανέστι.

– Καρυπίδης Αντύπας (Καρύπογλου Αντύπα), Κατάφυτο Νευροκοπίου Ν. Δράμας.

– Τομπάκογλου Ιωσήφ (Τσολάκ Γιεσίφ), Νέα Μπάφρα Ν. Σερρών.

– Καρασαββίδης Νικόλαος (Ιστιλίν Νικόλα), Νέα Μπάφρα Ν. Σερρών.

– Αράπογλου Αβραάμ (Αράποον Αβράχ), Νέα Μπάφρα Ν. Σερρών και μετά Βαθύτοπος Ν. Δράμας.

– Γαβριηλίδης Ηλίας (Καρά Πιπέρ), Ανατολή Ν. Σερρών.

Και μια και η εισήγησή μου αφορά την πορεία των Ποντίων ανταρτών στην Ελλάδα, εννοείται ότι δεν μπορώ να αναφερθώ στη ζωή και τη δράση των εκατοντάδων Ποντίων ανταρτών που άφησαν τα κόκαλά τους στα χώματα του ιερού Πόντου, μεταξύ των οποίων είναι τα ονόματα των μεγάλων οπλαρχηγών Αντώνιου Χατζηελευθερίου, Ανθόπουλου Βασιλείου, Αναστάσιου Παπαδόπουλου, Δημήτριου Χαραλαμπίδη, Χαράλαμπου Κοντοβραχιονίδη, Δημοσθένη Ουζουνίδη, Καβάκλοον Γιουβάνη, Καρά Ηλία, Άκτεκελή Αλέκο, Κέλ Σάββα, Κιλικλί Ισταύρη κλπ.

 

Οι άλλοι του Πόντου

Αν και δεν υπήρξαν αντάρτες, λόγω της προσφοράς τους στο Ποντιακό, αξίζει εδώ, τιμής ένεκεν, να αναφέρουμε τα ονόματά τους:

Αρχιμανδρίτης Πανάρετος Τοπαλίδης. Σπουδαία εκκλησιαστική προσωπικότητα με δράση τόσο στον Πόντο όσο και στην Ελλάδα. Ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο Νέας Κρώμνης Δράμας.

Πάνου Ηλίας. Δάσκαλος και προσωπικός γραμματέας του αρχιστράτηγου Αντών Πασά. Ως αντάρτης και συνοδός του μεγάλου καπετάνιου, συμμετείχε στις μάχες και περιέγραφε τα γεγονότα σε ημερολόγιό του. Δυστυχώς κατά τη βουλγαρική κατοχή απωλέσθη το ημερολόγιο αυτό και έτσι χάσαμε μιας πρώτης τάξεως πηγή για τα δραματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στα βουνά και τους κάμπους του Πόντου και ιδιαίτερα του Δυτικού. Ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο Νέας Μπάφρας Ν. Σερρών.

Μπεκμέζ Ζαδέ Χαμπίλ Μπέη. Μπάφραλης κτηματίας, Τζερκέζος στην καταγωγή και μέγας ανθρωπιστής. Σε συνεργασία με τον Μπάφραλη οπλαρχηγό Ιππόκ Αγά, μια νύχτα του Ιούνη του 1921, με κίνδυνο της ζωής του, φυγάδευσε από την πόλη της Μπάφρας στο όρος Νεμπυάν 122 Ρωμιούς και τους γλύτωσε έτσι από τη μάχαιρα των Τούρκων. Κυνηγηθείς από την τουρκική εξουσία κατέφυγε στην Αθήνα και εν συνεχεία στο χωριό του φίλου του Δύσβατο Ν. Καβάλας, όπου και απεβίωσε από ασθένεια Αν και μουσουλμάνος οι διασωθέντες Ρωμιοί σε ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης, τον έθαψαν ανάμεσά τους στο χριστιανικό νεκροταφείο του χωριού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: