23 Ιανουαρίου 2021

Νοέμβριος 2017 - συνέδριο στην Δράμα - #01

πρώτη δημοσίευση 23.1.2021
 
➤ στις 5 Νοεμβρίου του 2017 έγινε το πρώτο επιστημονικό συνέδριο για τον Πόντο με διοργανωτή την Ένωση Χορευτών Δράμας "Πυρρίχιος"
το αντικείμενο του συνεδρίου πιο συγκεκριμένα αφορούσε το Ποντιακό αντάρτικο
➤ ζητήσαμε και λάβαμε την άδεια για ανάρτηση των πρακτικών από τον πρόεδρο της ένωσης, τον κ. Δημήτρη Τσακαλίδη τον οποίο ευχαριστούμε
οι εισηγητές ήταν οι : Βασίλειος Χατζηθεοδωρίδης, ο αείμνηστος Θόδωρος Παυλίδης, ο Θωμάς Αλεξιάδης και ο Θεοδόσης Κυριακίδης
➤ θα αναρτήσουμε τις εισηγήσεις όλων με την σειρά που περιέχονται στο αρχείο που λάβαμε με πρώτη την εισήγηση του Θεοδόση Κυριακίδη.



ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ

Σχόλια και παρατηρήσεις στην ανάπτυξη αντάρτικων σωμάτων

στον Πόντο

 

Ως εναρκτήρια τοποθέτηση οφείλουμε να σημειώσουμε ότι χρονικά η ανάπτυξη αντάρτικων σωμάτων στον Πόντο αποτελεί ένα φαινόμενο των τελευταίων χρόνων της παρουσίας των Ελλήνων στον Πόντο και συνδέεται με τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού. Σκοπός της δικής μου σημερινής τοποθέτησης είναι να αναφέρω κάποια χαρακτηριστικά της ανάπτυξης των αντάρτικων σωμάτων και να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε κάποια ερωτήματα.

Αρχικά ας εξετάσουμε πώς κινήθηκε η βιβλιογραφία-ιστοριογραφία σχετικά με το ζήτημα των ανταρτών. Πώς μαθαίνουμε τη δράση τους στον Πόντο; Πρώτα και κύρια από τους ίδιους τους αντάρτες. Διασώζονται και έχουν δημοσιευθεί βιογραφικές αναμνήσεις των ανταρτών, όπως για παράδειγμα του Κουρτίδη[1], του Κιαγχίδη[2] κλπ. Στη συνέχεια ακολουθούν όσοι αξιοποίησαν τις μαρτυρίες των αγωνιστών και μαζί με άλλο υλικό, υπάρχουσα βιβλιογραφία ή ανέκδοτο υλικό προχώρησαν σε μια ευρύτερη σύνθεση, όπως είναι για παράδειγμα το έργο του Γιώργου Αντωνιάδη[3], οι εργασίες του Θεόδωρου Παυλίδη[4], αλλά βεβαίως και η εξαιρετική εργασία του Χρήστου Ανδρεάδη[5]. Μελέτες που τελευταία είδαν το φως της δημοσιότητας, όπως αυτή του Θωμά Αλεξιάδη[6], αξιοποιούν όλα τα παραπάνω στοιχεία καθώς και το αρχειακό υλικό που αποθησαυρίζεται σε διάφορα αρχεία, στην προκειμένη περίπτωση στο Ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος.

Είναι οι βιογραφικές αυτές διηγήσεις αξιόπιστες; Η ιστορική έρευνα καταθέτει ότι οποιαδήποτε προσωπική καταγραφή ενός γεγονότος υπέχει μια εξ ορισμού υποκειμενικότητα. Εκείνο που προσδίδει μια αξιοπιστία σε κάθε αυτοβιογραφία ή προσωπικές σημειώσεις είναι η παραβολή με άλλες ανεξάρτητες μεταξύ τους πηγές. Σε γενικές γραμμές δεν παρατηρούνται στην ιστοριογραφία περί του ποντιακού αντάρτικου σημαντικές υπερβολές και μπορούμε να δεχθούμε ως αξιόπιστες τις μαρτυρίες που καταθέτουν, καθώς αυτές επιβεβαιώνονται από ανεξάρτητες μεταξύ τους πηγές, όπως είναι για παράδειγμα οι διπλωματικές αναφορές που αναφέρθηκαν παραπάνω. Σημαντικό πάντως είναι να γνωρίζουμε πως από τη φύση της η προφορική ιστορία ή οι αυτοβιογραφίες ως ιστοριογραφικά εργαλεία υπόκεινται σε κάποιους περιορισμούς.

Πότε ξεκινά η σύσταση ανταρτικών σωμάτων; Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν δράσεις μεμονωμένων καπετάνιων πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με σκοπό την προστασία άμαχου πληθυσμού από αυθαιρεσίες χωροφυλάκων ή τοπικών διοικητών, ντερεμπέηδων κλπ., εντούτοις δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι έχουμε συστηματική συγκρότηση ανταρτικών σωμάτων στον Πόντο με συνέχεια. Οι ομάδες αυτές συστήνονται και δρουν με αφορμή συγκεκριμένες πράξεις βίας εκ μέρους των δυναστών. Μέχρι λοιπόν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις, αρκετές αλλά μεμονωμένες, που δεν σχετίζονται άμεσα με τη μετέπειτα δημιουργία των ανταρτικών σωμάτων, η οποία καθίσταται πιο συστηματική. Αυτή η σταδιακή οργάνωση των ανταρτών ξεκινά λίγο πριν και κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ειδικότερα με τη γενίκευση της στρατολόγησης των Χριστιανών. Η συζήτηση για τη στράτευση των χριστιανών, που τελικά αποδέχθηκε με όρους το Πατριαρχείο –δεν μπορούσε είναι η αλήθεια να κάνει διαφορετικά–, ξεκίνησε από την άνοιξη του 1909, αλλά γενικεύτηκε με την κήρυξη της γενικής επιστράτευσης στις 21 Ιουλίου 1914. Εξαιτίας της αποστολής των υπό στράτευση χριστιανών στα αμελέ ταμπουρού, συνώνυμα της κακουχίας, της ψυχικής και σωματικής εξόντωσης, πολλοί χριστιανοί έγιναν λιποτάκτες ή αργότερα και φυγόστρατοι, όταν έφθαναν ειδήσεις από άλλους λιποτάκτες για τις συνθήκες στις οποίες αναγκάζονταν να ζουν. Παρενθετικά να αναφέρουμε εδώ ότι τα αμελέ ταμπουρού θυμίζουν την εργασία των Εβραίων πριν εξοντωθούν από τους Γερμανούς. Κι αυτοί, όπως οι χριστιανοί στον Πόντο, όπου έσπαζαν πέτρες, διάνοιγαν δρόμους, δούλευαν στα ορυχεία, αναγκάζονταν να δουλεύουν καλύπτοντας τις ανάγκες των Ναζί προτού καταλήξουν στα κρεματόρια. Δεν είναι τυχαίο το σύνθημα έξω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης “Arbeit macht Frei”, που σημαίνει «Η δουλειά ελευθερώνει». Η κατάσταση των φυγοστράτων έδωσε μια πρώτης τάξεως δικαιολογία στους Νεότουρκους να εντείνουν τις εφόδους στα χωριά και να τα λεηλατούν με τη δικαιολογία ότι αναζητούν φυγόστρατους και λιποτάκτες. Όσοι φυγόστρατοι ή λιποτάκτες έπεφταν στα χέρια των Τούρκων θανατώνονταν.

Μια άλλη μεγάλη πληγή για τον Ελληνισμό του Πόντου και αιτία δημιουργίας ανταρτικών ομάδων αποτελεί η προσφυγοποίηση των μουσουλμάνων των Βαλκανίων με την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το κύμα των προσφύγων εγκαθίσταται με τη βία στις οικίες και στα χωριά των χριστιανών δημιουργώντας πολύ σοβαρά προβλήματα. Άλλωστε το Οικουμενικό Πατριαρχείο διαμαρτυρόμενο για τους διωγμούς και τις διώξεις είχε ήδη από τον Μάιο του 1914 κηρύξει την Εκκλησία υπό διωγμό και σε ένδειξη διαμαρτυρίας και πίεσης προς τις Μεγάλες Δυνάμεις έκλεισε τις εκκλησίες προκαλώντας την επέμβαση της Ρωσίας.

Πρέπει να σημειωθεί πως ο οπλισμός αυτών των πρώτων αντάρτικων ομάδων ήταν πρωτόγονος: τσεκούρια, μαχαίρια και ό,τι άλλο μπορούσαν να φτιάξουν πρόχειρα. Στην πορεία της δράσης τους άρχισαν να αγοράζουν σύγχρονα όπλα και πολεμοφόδια από τους Λαζούς, αλλά και Τούρκους λαθρέμπορους, ενώ αρκετές ομάδες διατηρούσαν καλές σχέσεις και με Κιρκάσιους που τους προμήθευαν όπλα, πολεμοφόδια και χρήσιμες πληροφορίες. Τέλος, τις αντάρτικες ομάδες ενίσχυαν μέχρι το 1917 και οι Ρώσοι καθώς τις χρησιμοποιούσαν για αντιπερισπασμό στα μετόπισθεν των Τούρκων. Μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων τον Οκτώβριο του 1917 αυτή η υποστήριξη σταμάτησε.

Οι απροκάλυπτες και συστηματικές διώξεις για τον Ελληνισμό του Πόντου ξεκινούν το 1916 και έκτοτε μπορούμε να πούμε ότι η ανάπτυξη των ανταρτικών ομάδων γίνεται πιο συστηματική. Σε όλες τις επαρχίες με εξαίρεση την περιοχή της Τραπεζούντας πραγματοποιούνται διώξεις, λεηλασίες και δολοφονίες. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε τη γεωγραφία ανάπτυξης του ποντιακού αντάρτικου προκειμένου να κατανοήσουμε τη σχέση αίτιου-αιτιατού. Με αυτό επιθυμώ να υπογραμμίσω πως κύρια ανάπτυξη ανταρτικών σωμάτων έχουμε στον Δυτικό Πόντο και αυτό συμβαίνει ακριβώς διότι ο Δυτικός Πόντος πλήττεται κυρίως με σφαγές, διώξεις, εξορίες, λεηλασίες, βιασμούς και δολοφονίες. Στον Ανατολικό Πόντο, όπου υπάρχει μια σχετική ηρεμία, η ανάπτυξη ανταρτικών σωμάτων την εποχή των Νεότουρκων δεν είναι έντονη. Αυτό συμβαίνει για αρκετούς λόγους, μεταξύ των οποίων από τους σημαντικότερους αποτελεί η προστατευτική παρουσία του μητροπολίτη Χρύσανθου. Η μεγαλύτερη επιτυχία του Χρύσανθου με σωτήριες συνέπειες για τον Ελληνισμό υπήρξαν οι παρεμβάσεις του στον βαλή της επαρχίας Τραπεζούντας Τζεμάλ Αζμί μπέη. Πράγματι με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο μητροπολίτης Χρύσανθος εγγυήθηκε προσωπικά στον Τζεμάλ Αζμή μπέη, με τον οποίο διατηρούσε φιλικές σχέσεις και η επιρροή του φαίνεται πως ήταν ισχυρή, τη νομιμοφροσύνη των Ελλήνων του βιλαετιού της Τραπεζούντας διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό την ηρεμία και την εξαίρεσή τους σε μεγάλο βαθμό από τα τάγματα εργασίας. Παράλληλα απέτρεψε επιθέσεις Τσετών στα χωριά της επαρχίας του, αλλά και σε εκείνα των περιοχών της Χαλδίας και Ροδοπόλεως[7]. Πολλές είναι οι περιπτώσεις εκείνες όπου οι προσωπικές παρεμβάσεις του Χρύσανθου απέτρεψαν ή ματαίωσαν εκτοπίσεις Ελλήνων της δικαιοδοσίας του, ενώ φρόντισε παράλληλα να απαλλαγεί από τη στράτευση μεγάλος αριθμός Τραπεζούντιων, τους οποίους «συμπεριέλαβε στην τάξη των διακονούντων την Εκκλησία». Η επιρροή του Χρυσάνθου στον Τζεμάλ Αζμί μπεη ήταν ισχυρή και σωτήρια. Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Βαλαβάνης: ...Τας προς την τοιαύτην κατά των Χριστιανών ενέργειαν άγριας ροπάς του Τζεμάλ Αζμή συνεκράτει και εξουδετέρωνε η συνετή πολιτεία του τότε Μητροπολίτου Τραπεζούντος Σεβ. κ. Χρυσάνθου, όστις είχε κατακτήσει σχεδόν εξ ολοκλήρου τον πανίσχυρον σατράπην, προς τον οποίον δεν έπαυε επιδεικνύουν ο τελευταίος απεριόριστον σεβασμόν, εις πάσαν ευκαιρίαν[8].

Κλείνοντας επισημαίνω πως παρά τα προβλήματα, την αρχικά ερασιτεχνική οργάνωση και την απειρία των ανταρτών, η δημιουργία των ανταρτικών σωμάτων αποτελούσε τη μόνη ελπίδα για τον ελληνορθόδοξο πληθυσμό στον Πόντο, ο οποίος πια είχε αποφασισθεί από τους Νεότουρκους και αργότερα τους Κεμαλικούς να εξοντωθεί. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι αντάρτες δεν ήταν το πεδίο των μαχών, αλλά η αβελτηρία της ελλαδικής κυβέρνησης να βοηθήσει στην κεντρική οργάνωση και στην αποστολή πολεμοφοδίων.

Αντί άλλης μαρτυρίας σημειώνω εδώ όσα έγραψε ο Καραΐσκος, έφεδρος ανθυπολοχαγός των βαλκανικών πολέμων, ποντιακής καταγωγής, στο ημερολόγιο του: Μετά την διενέργειαν της στρατολογίας των Ποντίων και την συγκρότηση του πρώτου στρατιωτικού πυρήνος, ο οποίος προωρήσθη διά την εν καιρώ χρησιμοποίησιν υπό της δυνάμεως εκείνης, η οποία θα ελάμβανεν εντολήν διά τον Πόντον, η προσοχή μας κατ’ ανάγκη εστράφη προς την γωνίαν εκείνην του Πόντου, όπου οι αρηίφιλοι εκείνοι Έλληνες κάτοικοι, ως ανεφέραμεν, προέκριναν την ένοπλον άμυναν κατά των τουρκικών υπερβασιών, αντί της παθητικής των και καθημερινής εξολοθρεύσεως... Δι’ εμέ είχε λοιπόν ριφθή πλέον ο κύβος. Ανεχώρησα αμέσως εις την ύπαιθρον, αφού εφωδιάσθην διά μιας συστατικής επιστολής εκ μέρους του Επισκόπου, εξαναγκασθέντος προς τούτο υπό της ρηθείσης επιτροπής όπως περιβληθώ με όλον το απαιτούμενον κύρος διά την τοιαύτην, αποστολήν μου... Η κατάστασις συν τω χρόνω ήρχισε να αποβαίνη απειλητική διά τους Έλληνας της Αμισού. Ήδη ήρχισαν οι Τούρκοι νυχθημερόν συμβούλια και διαβούλια επί του καλυτέρου τρόπου της εξοντώσεως των χριστιανών… Τακτικώς απέστελλον εκθέσεις εις Αθήνας προς τε την κυβέρνησιν και την επιτροπείαν των Ποντίων και εξελιπάρουν την αποστολήν όπλων και πολεμοφοδίων προς διατήρησιν της αμύνης και παρακώλυσιν κατά το δυνατόν των τεκταινομένων υπό των Τούρκων. Αλλά προς πάντα ταύτα η αρμοδία υπηρεσία του Υπουργείου των Εξωτερικών εκώφευε διαρκώς... Δυστυχώς ουδεμίαν σημασίαν απέδωκαν εις τας παρακλήσεις των εν Αμισώ τουλάχιστον όσον αφορά τα αποτελέσματα των υποσχέσεών των περί συναντιλήψεως και βοήθειας του αγώνος… Επέστρεψα και πάλιν εις Κωνσταντινούπολη κομίζων μόνον υποσχέσεις περί της μελλούσης συνδρομής του κράτους… Και οι Πόντιοι πολεμισταί ενεκαρτέρουν άνευ πολεμοφοδίων και ζωοτροφιών, μήνας και έτη, υπό όρους και συνθήκας δυσμενεστάτας, φυλάττοντες ζηλοτύπως την ιεράν εθνικήν παρακαταθήκην, τας γυναίκας και τα νήπια, υπέρ των οποίων πλείστοι εξ αυτών, κατά χιλιάδες εθυσίασαν ό,τι πολυτιμώτερον είχον, την ζωήν των[9].



[1] Κωνσταντίνου Κουρτίδη (Ευκλείδη Κουρτίδη), Ημερολόγιο της δράσεως των Ελλήνων ανταρτών της Σάντας (1914-1924), Θεσσαλονίκη 2007.

[2] Παναγιώτη Κιαγχίδη, Τα Ποντιακά αντάρτικα σώματα και η Μικρασιατική Εκστρατεία, Οι αγώνες των Ποντίων για την ελευθερία τους, Ροδοχώρι Νάουσας 1975.

[3] Βλ. ενδεικτικά Γ. Αντωνιάδη - Π. Τανιμανίδη, Το Αντάρτικο του Πόντου, Θεσσαλονίκη 1992 και Γεώργιος Θ. Αντωνιάδης, Γυναίκες καπετάνισσες στο αντάρτικο του Πόντου, Θεσσαλονίκη 2012.

[4] Θεόδωρος Ε. Παυλίδης, Ο Ελληνισμός του Δυτικού Πόντου, Θεσσαλονίκη 2009 και Θεόδωρος Ε. Παυλίδης, Το Ποντιακό από τη σκοπιά των Τούρκων, Θεσσαλονίκη 2009.

[5] Χρ. Ανδρεάδη, «Ιστορικό σχεδίασμα της δράσεως των Ελλήνων ανταρτών του Πόντου», Αρχείον Πόντου 44 (1992-1993) 153-301.

[6] Θωμά Περ. Αλεξιάδη, Το αντάρτικο του Πόντου (1690-1923). Το χρονικό της αντίστασης ενάντια στους Ντερεμπέηδες, τους Νεότουρκους και τους Κεμαλιστές, Θεσσαλονίκη 2017.

[7] Χρύσανθου μητροπολίτου Τραπεζούντος, Η Εκκλησία Τραπεζούντος, Αθήνα 1933, σ. 752.

[8] Γεωργίου Κ. Βαλαβάνη, Σύγχρονος Γενική Ιστορία του Πόντου, Θεσσαλονίκη 1995 (Α΄ έκδοση Αθήνα 1925), σ. 3-4.

[9] Γεωργίου Κ. Βαλαβάνη, Σύγχρονος Γενική Ιστορία του Πόντου, σ. 250-259.


Δεν υπάρχουν σχόλια: